επιθαλασσιδιος

επιθαλασσιδιος
    ἐπιθαλασσίδιος
    ἐπιθᾰλασσίδιος
    атт. ἐπιθαλαττίδιος 2 и 3
    Thuc., Xen. = ἐπιθαλάσσιος См. επιθαλασσιος

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "επιθαλασσιδιος" в других словарях:

  • επιθαλασσίδιος — ἐπιθαλασσίδιος και ἐπιθαλαττίδιος, α, ον και ος, ον (Α) ο επιθαλάσσιος …   Dictionary of Greek

  • ἐπιθαλασσίδιος — masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθαλασσίδιον — ἐπιθαλασσίδιος masc/fem acc sg ἐπιθαλασσίδιος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθαλαττίδιον — ἐπιθαλασσίδιος masc/fem acc sg (attic) ἐπιθαλασσίδιος neut nom/voc/acc sg (attic) ἐπιθαλαττίδιος masc acc sg ἐπιθαλαττίδιος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθαλασσιδίου — ἐπιθαλασσίδιος masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθαλασσιδίων — ἐπιθαλασσίδιος masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθαλασσίδια — ἐπιθαλασσίδιος neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθαλασσίδιοι — ἐπιθαλασσίδιος masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθαλαττιδίοις — ἐπιθαλασσίδιος masc/fem/neut dat pl (attic) ἐπιθαλαττίδιος masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθαλαττιδίους — ἐπιθαλασσίδιος masc/fem acc pl (attic) ἐπιθαλαττίδιος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπιθαλαττίδια — ἐπιθαλασσίδιος neut nom/voc/acc pl (attic) ἐπιθαλαττίδιος neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»